Καθώς το φθινόπωρο έχει πλέον πάρει τη θέση του, αρχίζω σιγά σιγά να ετοιμάζομαι για τις ‘αλλαγές της εποχής’.
Ναι, τα ρούχα είναι μια από αυτές, “ανέβασε” τα καλοκαιρινά – “κατέβασε” τα φθινοπωρινά και τα χειμωνιάτικα.
Εξαρτάται βέβαια από το χώρο που έχεις και πως συνηθίζεις να κάνεις αυτή τη διαδικασία.
Όμως δεν είναι μόνο τα ρούχα, είναι και οι υπόλοιπες συνήθειες που ‘πρέπει’ να προσαρμόσεις.
Ο ύπνος για παράδειγμα, το γεγονός ότι η μέρα μικραίνει και σιγά σιγά νυχτώνει νωρίτερα και για περισσότερες ώρες.
Όλα αυτά, μπορεί να τα έχουμε συνηθίσει, δεν παύουν όμως να είναι μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητά μας.
Και απλά επειδή τα κάνουμε όλα ‘μηχανικά’, δεν παρατηρούμε τι μπορεί να προκαλέσουν αυτές οι αλλαγές στην ισορροπία μας.
Τόσο την ψυχική, όσο και τη σωματική.
Στη δική μου την καθημερινότητα, αυτή η αλλαγή στο πρωινό ‘τελετουργικό’, σε αυτά που έχω ρυθμίσει να κάνω δηλαδή για να έχω καλύτερα αποτελέσματα, είναι κάτι που με αποπροσανατολίζει και με δυσκολεύει πολύ.
Κάθε αλλαγή εποχής με αποσυντονίζει…
Εκεί που έχω χτίσει τις νέες συνήθειες για τις αντίστοιχες ώρες, εκεί που έχω βρει την ισορροπία μου… άντε πάλι τα ίδια…
Από καλοκαίρι φθινόπωρο, από φθινόπωρο χειμώνα, από χειμώνα άνοιξη, από άνοιξη καλοκαίρι.
Είναι κάτι που παρατηρώ τα τελευταία δύο χρόνια και κάθε φορά μένω άφωνος με τη δυσκολία που βλέπω ότι έχω να προσαρμοστώ γρήγορα στα δεδομένα της κάθε εποχής.
Και αν οι τέσσερις εποχές που απολαμβάνουμε στην Ελλάδα έχουν η κάθε μια τη δική της ομορφιά (δεν έχουν όλα τα μέρη του πλανήτη τόσο εμφανείς τις τέσσερις εποχές βλέπεις), αυτή η αλλαγή των εποχών είναι κάτι που ακόμα ‘παλεύω’ να βρω τον τρόπο να γίνεται όσο το δυνατό πιο ομαλά στο κομμάτι των συνηθειών.
Σε ακούω…
‘εγώ δεν το βλέπω έτσι, δεν έχω τέτοιο πρόβλημα, δε με απασχολεί’.
Μαζί σου…
Το ερώτημα είναι αν αυτό είναι για ‘καλό’ ή για ‘κακό’. Αν λειτουργεί σε τελική ανάλυση “υπερ” σου ή “εναντίον” σου.
Τροφή για σκέψη 😉
Έτσι λοιπόν, μια από τις συνήθειες που προσπαθώ να προσαρμόσω στα δεδομένα της εποχής, είναι το πρωινό jogging.
Για την ακρίβεια η ώρα που πηγαίνω. Το καλοκαίρι λόγω ζέστης, όταν ο ήλιος ανατέλλει, εγώ είμαι ήδη στην επιστροφή.
Η υπερβολική ζέστη και ο ήλιος δεν είναι ωραίοι ‘συνοδοί’ για το τρέξιμο.
Τουλάχιστον για μένα που είμαι πρωινός τύπος, βλέπω άλλους να τρέχουν κατά τη διάρκεια της μέρας και τους θαυμάζω πολλές φορές.
Αυτή την εποχή πηγαίνω γύρω στις 7 πμ και κάτι, για περίπου 45 λεπτά και επιστρέφω στις 7.45 πάνω κάτω.
Είναι ώρα που έχει αρκετή κίνηση στο πεζοδρόμιο που τρέχω και δεν είναι το καλύτερό μου.
Είναι αρκετά σημεία που στενεύει το πεζοδρόμιο και χρειάζονται ελιγμοί για να χωρέσουμε όλοι 🙂
Οι άνθρωποι που περπατούν όμως, μου δίνουν καθημερινά πολλή υλικό για να δουλέψω με ‘μένα’.
Αποτελούν την αφορμή, το κουμπί που θα πατηθεί για να βρω κάτι που παίζει κάτω από την επιφάνεια της συνείδησης.
Στο ασυνείδητο δηλαδή…
Το αξιοποιώ για να φωτίσω σκοτεινές πλευρές και τυφλά σημεία.
Δηλαδή;
Σήμερα για μια ακόμα φορά, είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω πόσο μα πόσο η εσωτερική φωνή, το ρομποτάκι μου, κρίνει όποιον άνθρωπο βρεθεί μπροστά του.
Και είναι τόσο μα τόσο χαμηλόφωνη και τόσο κρυφή αυτή η διαδικασία, που είναι ιδιαίτερα δύσκολο να την ‘ακούσεις’.
“Αυτός περπατάει μυστήρια, εκείνος φοράει παράξενα ρούχα, ο άλλος περπατάει και τρώει… η κοπέλα εκείνη έχει περιττά κιλά, αυτή εδώ είναι ωραία ντυμένη… α εκείνη καπνίζει.. α κι εκείνη μιλάει κάθε μέρα στο κινητό πρωί πρωί όσο περπατάει…”
Όλες αυτές οι ‘σκέψεις’, όλες αυτές οι ‘παρατηρήσεις’ γίνονται αυτόματα, χωρίς να το καταλαβαίνουμε.
Και ναι, γίνονται σε όλους μας, αυτό είναι το μόνο σίγουρο 🙂
Γιατί ρε φίλε; γιατί είμαστε τόσο επικριτικοί; τόσο περίεργοι; αναρωτιέμαι συνεχώς…
Άλλο το επικριτικός, άλλο το περίεργος…
Το περίεργος πιστεύω πως είναι αποτέλεσμα δύο πραγμάτων.
Το πρώτο είναι η διαδικασία σκαναρίσματος του εγκεφάλου μας για να βρίσκει τις ‘απειλές’.
Το δεύτερο, είναι μια ‘έμφυτη’ τάση που έχουμε για εξερεύνηση.
Το επικριτικός όμως είναι νομίζω πιο ‘βαθύ’.
Είναι αυτή η φωνή που σε σαμποτάρει χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Είναι η φωνή που ακούς, αλλά δεν ακούς, γιατί μιλάει τόσο χαμηλόφωνα που δε φτάνει στ’ αυτιά σου.
Είναι όμως αρκετά δυνατή, ώστε να καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα της ζωής μας εν γένει.
Και να σου πω γιατί είναι επικριτική; γιατί ένα ‘θετικό’ αντιστοιχεί σε εκατό ‘αρνητικά’;
Γιατί καλώς η κακώς αυτός είναι ο τρόπος που μεγαλώνουμε.
Ερχόμαστε ‘πλήρεις’ σε μια πραγματικότητα και μόλις ανοίγουμε τα μάτια μας αρχίζουμε την εξερεύνηση.
Και μόλις η εξερεύνηση φτάσει στα όρια που οι γονείς/φροντιστές μας έχουν θέσει (σύμφωνα με τις δικές τους -τραυματικές- εμπειρίες), τότε αρχίζει η διαδικασία του ελέγχου, της απόρριψης, της κριτικής.
Ξαφνικά, οι πράξεις μας γίνονται ‘εμείς’. Η εξερεύνησή μας γίνεται μπελάς για τους άλλους.
Και έτσι ξεκινάει η παραγωγή νοημάτων και νευροσυσχετισμών από τη βρεφική και παιδική μας ηλικία.
Κι αν έχει λίγο βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια η ανατροφή των παιδιών από μια (μικρή νομίζω ακόμα) ομάδα ανθρώπων, γονέων δηλαδή, αυτό είναι κατά την ταπεινή μου άποψη σταγόνα στον ωκεανό…
Αυτή η συζήτηση όμως, είναι θέμα για άλλη μέρα 🙂
Η δυνατότητα να μπορείς να ακούς, να νιώθεις, να αντιλαμβάνεσαι αυτή τη φωνή και η συνειδητή προσπάθεια να την αλλάξεις, να επαναπρογραμματίσεις δηλαδή το ρομποτάκι σου, είναι ένα πεδίο που όχι απλά βρίσκω ενδιαφέρον, αλλά έχω αφιερώσει όλο μου το χρόνο, την ενέργεια και τα χρήματα για να το ερευνήσω.
Και είναι αυτές οι υπόκωφες φωνές, οι κραυγές, που αν καταφέρεις να τις ‘δουλέψεις’, τότε όλα αρχίζουν και γίνονται πιο απλά, προσφέροντας περισσότερο ισορροπία στο σύστημα 🙂
Για να τις επαναπρογραμματίσεις, δε χρειάζεται να τις ακούσεις πρώτα…
Θα καταφέρεις να τις ακούσεις, όταν βγάλεις το θόρυβο, τα παράσιτα από τη ζωή σου. Και αυτό θα πάρει λίγο περισσότερο χρόνο…
Αυτό λέει η δική μου τουλάχιστον εμπειρία 😉